- λόγω ελλείψεως...
- per manca de..
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
Σουηδία — Κράτος της Βόρειας Ευρώπης μεταξύ της Φινλανδίας και της Νορβηγίας.H Σουηδία (Konungariket Sverige) είναι η μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Tα σύνορά της, που καθορίστηκαν μόνιμα με το Σύμφωνο της Bιέννης (1815), ορίζονται φυσικά από την… … Dictionary of Greek
ακορία — (I) η (Α ἀκορία) νεοελλ. Ιατρ. έλλειψη κορεσμού, από παθολογική αύξηση τής όρεξης αρχ. 1. το να μην τρώει κανείς μέχρι κορεσμού, εγκράτεια στο φαγητό 2. ανικανοποίητη, υπερβολική επιθυμία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἄκορος η λ. πέρασε και στην ξεν. ιατρική… … Dictionary of Greek
γκαζοζέν — Απλός τύπος αεριογόνου, που χρησιμοποιήθηκε (1941 44) για την κίνηση λεωφορείων. Βλ. λ. αέριο (αεριογόνο). * * * το 1. συσκευή για την παραγωγή καύσιμων αερίων 2. μικρό αυτοκίνητο, το οποίο κινούνταν με τέτοια συσκευή λόγω ελλείψεως βενζίνης κατά … Dictionary of Greek
καταπνίγω — (AM καταπνίγω) πνίγω κάποιον εντελώς, τόν αποπνίγω νεοελλ. 1. μτφ. καταστέλλω κάτι προτού εκδηλωθεί ή και μετά την εκδήλωσή του για να μην κατισχύσει (α. «καταπνίγω τον θυμό μου» β. «κατέπνιξε την επανάσταση» 2. μέσ. καταπνίγομαι είμαι αδύνατος,… … Dictionary of Greek
λιπόθηλος — λιπόθηλος, ον (Μ) (για τα χοιρίδια που γεννήθηκαν κατά τον χειμώνα και τα οποία απωθεί η μητέρα τους από τη θηλή τού μαστού λόγω ελλείψεως γάλακτος) στερημένος τής θηλής τού μαστού, στερημένος τού μαστού. [ΕΤΥΜΟΛ. < λιπ(o) * + θηλος(< θηλή) … Dictionary of Greek
Τουβάλου — Συγκρότημα νησιών της Ωκεανίας στο νότιο Ειρηνικό ωκεανό.Tα νησιά Tουβάλου (πρώην Έλις) περιλαμβάνουν τις ατόλλες (κοραλλιογενή νησιά) Nανουμέα, Nανουμάνγκα, Nιουτάο, Nούι, Bαϊτούπου, Nουκουφετάου, Φουναφούτι, Nουκουλαελάε και Nιουλακίτα,… … Dictionary of Greek
λιμώσσω — και λιμώττω (AM λιμώσσω, Α αττ. τ. λιμώττω) [λιμός] βασανίζομαι από μεγάλη πείνα, είμαι πεινασμένος λόγω παντελούς ελλείψεως τροφίμων … Dictionary of Greek